- αμαϊούα
- (amaioua).Διάφοροι θάμνοι της οικογένειας των ρουβιιδών. Πρόκειται για αειθαλή φυτά με φύλλα αντίθετα και άνθη μεγάλα, άσπρα ή κιτρινωπά. Ο καρπός τους χωρίζεται σε δύο μονόσπερμα καρπίδια. Τα περισσότερα είδη είναι διακοσμητικά και καλλιεργούνται για το ωραίο γυαλιστερό φύλλωμά τους, κυρίως όμως για τα μεγάλα άσπρα, εύοσμα άνθη τους. Τα φυτά αυτά αναπτύσσονται δύσκολα, γιατί απαιτούν συγκεκριμένη υγρασία και θερμοκρασία.
Dictionary of Greek. 2013.